Βιβλίο 3. Κεφάλαιο 79-80.
Ομόρριζα
§ 79
§ 80
§ 79
- δείσαντες [< δείδω] → δέος, άδεια, άδειος, δεινός, δεινότητα, δειλός, δειλία, επιδείνωση, αδειούχος, θρασύδειλος, δεισιδαίμων, δειλινό.
- ἐπιπλεύσαντες [< ἐπί + πλέω] → επιπλέω, απόπλους, διαπλέω, πλεούμενο, πλεύση, πλοίο, πλωτός.
- πόλιν [< πόλις] → πολίτης, πολιτικός, πολιτεία, πολίτευμα, πολιτισμός, απολίτιστος, συμπολίτευση, πολεοδομία, πολιούχος.
- κρατοῦντες [< κρατῶ] → ακρατής, εγκράτεια, αυτοκρατορία, τιμοκρατία, αριστοκρατία, κράτος, κρατητήριο, κράτηση, κρατίδιο, Σωκράτης.
- πολέμιοι [< πόλεμος< πάλλω] → παλμός, πόλεμος, πελάτης, πλησίον, πλην, προσπέλαση, εμπόλεμος, πλημμέλημα.
- ἀναλάβωσιν [< ἀνά + λαμβάνω] → προσλαμβάνω, πρόσληψη, απολαμβάνω, απολαβή, λαβή, πρόληψη, προληπτικός, δίλημμα, προλαβαίνω.
- νεωτερίσωσι [< νέος] → νερό, ξενερώνω, νερομπογιά, νεροχύτης, νωπός, ανανέωση, νιάτα, νεολαία, νεαρός.
- διεκόμισαν [< διά + κομίζω< κομῶ] → κομίζω, κόμιστρο, κάνω, κάματος, ακαμάτης, διακομιδή, προσκόμιση, βρεφοκόμος, δενδροκόμος, μελισσοκόμος, νοσοκόμος.
- ἐφύλασσον [< φυλάττω] → φυλακή, φύλαξη, φυλάκιο, φυλαχτό προφυλακτήρας, επιφυλακτικός, χαρτοφύλακας, τερματοφύλακας.
- ἐτόλμησαν [< τολμῶ< τάλας] → τολμηρός, ταλανίζω, ταλαιπωρία, ατάλαντος, ανατολή, άτολμος, προσανατολισμός, εντολή, ένταλμα.
- πλεῦσαι [< πλέω] → βλ. πλέω
- κρατοῦντες [< κρατῶ] → βλ. κρατῶ
- ναυμαχίᾳ [< ναῦς + μάχη] → ναυπηγείο, αργοναύτης, νηοπομπή, ναύτης, ναυαγός, ναύαρχος / μαχητικός, μάχιμος, μαχητής.
- ἔχοντες [< ἔχω] → (εξ-, επ-, κατ-, αν-, μετ-, συν-, περι-, προσ-)οχή, πάροχος, αντέχω, εξέχω, σχέση, σχεδόν, σχήμα, εξάρτηση, εξής, διένεξη, μέθεξη, ευεξία, ενοχή, μετοχή.
- ἀπέπλευσαν [< ἀπό + πλέω] → βλ. πλέω
- ἀνηγάγοντο [< ἀνά + ἄγομαι] → (κατα-, περί-, ανα-, απα-, δια-, προσ-, εισ-, παρα-)αγωγή, ανάγωγος, αγώγιμος, αγωνιστής, αγρότης, αγρός, ψυχαγωγία, αγέλη, άξονας.
- φόβῳ [< φόβος] → φοβία, φοβικός, άφοβα, εκφοβισμός, επίφοβος, αγοραφοβία.
- ὄντας [< εἰμί] → (παρ-, περι-, απ-, εξ-, αν-, συν-)ουσία, ουσιαστικό, όντως, οντότητα, ον.
- παραινοῦντος [< παρά + αἰνῶ] → συναινώ, υπαινίσσομαι, έπαινος, αίνιγμα.
- λέγεται [< λέγομαι] → (προ-, δια-, κατα-, επί-, αντί-, ανά-, παρά-)λογος, συλλογή, κατάλογος, εκλογές, εκλεκτός, νεοσύλλεκτος, υπολογιστής, λογικός, λόγιος, λογογράφος, λογομαχία, λέξη, δυσλεξία, ρήμα, ρήση, ρήτορας, απόρρητος, ρητός, έπος, επικός.
- ἰσοψήφου [< ἴσος + ψήφος] → ισότητα, ίσιωμα, ισιώνω, άνισος, εξίσου, ισάξιος, ισημερία, ισόβιος, ισόγειος, ισορροπία / ψήγμα, ψηφίζω, αψηφώ, υποψήφιος, συμψηφίζω, αψήφιστα, διψήφιος, πλειοψηφία, ψηφίο.
- ὄντος [< εἰμί] → βλ. εἰμί
- ἀκρωτήριον [< ἄκρος] → ακραίος, ακρίτας, ακρωτήρι, ακμή, παρακμή.
- ἀποβάντες [< ἀπό + βαίνω] → κατεβαίνω, ανεβαίνω, ανάβαση, επιβάτης, διαβατήριο, βαδίζω, βάδισμα, αδιάβατος, έκβαση, συγκατάβαση, βωμός.
- ἐπόρθουν [< πορθῶ] → πορθητής, απόρθητος.
- ἀγρούς [< ἀγρός< ἄγω] → βλ. ἄγομαι
§ 80
- περιδεὴς [< περί + δέος< δείδω] → βλ. δείδω
- γενόμενος [< γίγνομαι] → γένος, γενιά, γένεση, γεγονός, γόνος, γονιός, γενετική, γενέθλια, γενικεύω, αγενής, οικογένεια, άγονος, οξυγόνο, (εξω-, ιθα-, ενδο-, ετερο-, ομο-)γενής, γενικά.
- ἐπιπλεύσωσιν [< ἐπί + πλέω] → επιπλέω, απόπλους, διαπλέω, πλεούμενο, πλεύση, πλοίο, πλωτός.
- ἱκέταις [ἱκέτης < ἵκω] → άφιξη, ικέτης, ικετεύω, ικεσία, εφικτός, ικανός, προίκα.
- ᾖσαν [< εἰμί] → βλ. εἰμί
- λόγους [< λέγω] → βλ. λέγομαι
- σωθήσεται [< σῴζω< σῶος] → σωτήρας, σωτηρία, άσωτος, σωφροσύνη, σωσίβιο, διάσωση, Σωκράτης.
- ἔπεισαν [< πείθω] → πείθω, πείσμα, πειστικός, πειθαρχώ, πίστη, πιστός, απιστία, εμπιστοσύνη, πειστήριο, πιθανός, πεποίθηση.
- ἐσβῆναι [< εἰς + βαίνω] → βλ. βαίνω
- ἐπλήρωσαν [< πληρῶ< πίμλημι] → πληρώνω, πλήρωμα, πλήθος, πληθώρα, πολύς, πολλαπλός, πολλαπλάσιος, πλέον, πλειονότητα, πλημμύρα, πιο, αναπληρώνω, εκπλήρωση, πλειστηριασμός, απληστία, πληρεξούσιος, πλησμονή, έμπλεος.
- προσδεχόμενοι [< πρός + δέχομαι] → (απο-, δια-, προσ-, κατα-, ανα-, εκ-)δοχή, προσδοκία, δεκτός, δοκός, δόκιμος, ανάδοχος, δοχείο, δεξαμενή, διαδοχικός, αποδέκτης, αποδεκτός.
- ἐπίπλουν [< ἐπί + πλέω] → βλ. πλέω
- γῆν [< γῆ] → γήπεδο, γεωργός, γεώδης, επίγειος, υπόγειο, μεσόγειος, υδρόγειος, γηγενής, γεωμετρία.
- νύκτα [< νύξ] → νύχτα, διανυκτέρευση, νυχτερίδα, ξενυχτώ, νυχτόβιος.
- ἐφρυκτωρήθησαν [< φρύγω] → φρυγανιά
- προσπλέουσαι [< πρός + πλέω] → βλ. πλέω
- στάσιν [< ἵστημι ] → (από-, ανά-, επανά-, αντί- έκ-, σύ-, κατά-, διά-, παρά-)σταση, επιστήμη, προϊστάμενος, στάση, ευσταθής, πανεπιστήμιο, επιστητό, στάδιο, στάση, στάσιμος, σταθερός.
- ἀπέστειλαν [< άπό + στέλλω] → (από-, δια-, κατά-, περι-, ανα-, συ-, επι-)στολή, αποστολή, αναστήλωση, ιεραπόστολος.
- στρατηγόν [< στρατός + ἄγω] → βλ. ἄγομαι
Ασκήσεις της τράπεζας θεμάτων
§ 79-80
- ἐπιπλεύσαντες, διεκόμισαν, ἐτόλμησαν, ἐπόρθουν, ἀγρούς: Να γράψετε από μία ομόρριζη λέξη, απλή ή σύνθετη, της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου.
- Να σχηματίσετε από τους παρακάτω ρηματικούς τύπους ένα ομόρριζο ουσιαστικό (απλό ή σύνθετο) της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, χρησιμοποιώντας την κατάληξη που σας δίνεται:
- λέγεται (-ος) →
- ἀνηγάγοντο (-ή) →
- ἒπεισαν (-ώ) →
- ἀποβάντες (-ις) →
- νεωτερίσωσιν (-μός) →
- Να συνδέσετε κάθε λέξη της Α΄ στήλης με τη σημασία της στη Β΄ στήλη (δύο στοιχεία της Β΄ στήλης περισσεύουν):
- Στήλη Α': δέδοικα - κρατῶ - πορθῶ - ἀνάγομαι - περιδεής
- Στήλη Β': κυριεύω, λεηλατώ, ερημώνω - βγαίνω από το λιμάνι στην ανοιχτή θάλασσα - φοβισμένος, τρομοκρατημένος - ανίδεος - φοβούμαι - έχω ανάγκη - νικώ, υπερισχύω
- Να συνδέσετε κάθε λέξη της Α΄ στήλης με την αντώνυμή της στη Β΄ στήλη (δύο λέξεις της Β΄ στήλης περισσεύουν):
- Στήλη Α': ταραχή - φόβος - πολέμιος - ὑστεραία - μᾶλλον
- Στήλη Β': ἧττον - φίλος - προτεραία - δειλία - ἐναντίος - θάρρος - ἡρεμία
- Νεωτερίσωσι, ἀνηγάγοντο, διεκόμισαν, παραινοῦντος, ἀποβάντες: Να γράψετε από μία ομόρριζη λέξη, απλή ή σύνθετη, της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου.
- ἀναλάβωσιν: Να γράψετε στη νέα ελληνική γλώσσα πέντε ουσιαστικά σύνθετα παράγωγα του ρήματος λαμβάνω και να σχηματίσετε μία σύντομη φράση με το καθένα από αυτά.
- Σωτηρία, εκπλήρωση, πιθανότητα, αποδοχή, ναυτικός: Να συνδέσετε τις παραπάνω λέξεις της νέας ελληνικής γλώσσας με τις λέξεις του κειμένου με τις οποίες έχουν ετυμολογική συγγένεια.
- Παραινῶ, περιδεής, ἐσβαίνω, προσδέχομαι, ἐπίπλους: Να αναλύσετε τις παραπάνω σύνθετες λέξεις του κειμένου στα συνθετικά τους.
- Να συνδέσετε κάθε λέξη της Α΄ στήλης με την αντώνυμή της στη Β΄ στήλη (δύο λέξεις της Β΄ στήλης περισσεύουν):
- Στήλη Α': ταραχή - περιδεής - πολέμιος - ὑστεραία - μᾶλλον
- Στήλη Β': ἧττον - φίλος - προτεραία - δειλία - ἐναντίος - γενναῖος - ἡρεμία
- ἀναλάβωσιν, παραινοῦντος, ἀποβάντες, ἰσοψήφου, περιδεής: Από το θέμα καθεμιάς λέξης που σας δίνεται να γράψετε από μία ομόρριζη λέξη, απλή ή σύνθετη, της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας.
- Να συνδέσετε κάθε λέξη της Α΄ στήλης με την συνώνυμή της στη Β΄ στήλη (δύο λέξεις της Β΄ στήλης περισσεύουν):
- Στήλη Α': δέδοικα - πολέμιος - παραινῶ - κρατῶ - λέγω
- Στήλη Β': νικῶ - φημί - φίλος - ἐναντίος - συμβουλεύω - δύω - φοβοῦμαι
- Εκπόρθηση, μετακόμιση, υπαγωγή, ισοψηφία, ηπειρωτικός: Να συνδέσετε τις παραπάνω λέξεις της νέας ελληνικής γλώσσας με τις λέξεις του κειμένου με τις οποίες έχουν ετυμολογική συγγένεια.
- Να συνδέσετε κάθε λέξη της Α΄ στήλης με την ομόρριζή της στη Β΄στήλη (δύο λέξεις της Β΄στήλης περισσεύουν):
- Στήλη Α': ἀνηγάγοντο - πόλιν - νῆες - ἀναλάβωσιν - ἀποβάντες
- Στήλη Β': αποβάθρα - ναύτης - κατάληψη - αναλυτής - παράλειψη - αναγωγή - πολιτεία
- Να σχηματίσετε από τους παρακάτω ρηματικούς τύπους ένα ομόρριζο ουσιαστικό (απλό ή σύνθετο) της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, χρησιμοποιώντας την κατάληξη που σας δίνεται:
- ἔχοντες (-μα) →
- ἐφύλασσον (-ή) →
- σωθήσεται (-ήρ) →
- παραινοῦντος (-ις) →
- ἐπόρθουν (-τής) →
- Να γράψετε από ένα ομόρριζο ουσιαστικό και επίθετο (απλό ή σύνθετο) της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας για καθεμιά από τις λέξεις της στήλης.
- ἐτόλμησαν
- ἀποβάντες
- ὄντος
- παραινοῦντος
- ἔπεισαν
- ἀνάληψις, λοχαγός, λῆμμα, παιδαγωγός, διαγωγή: Να κατατάξετε τις παραπάνω ομόρριζες προς τα ρήματα ἀναλάβωσιν και ἀνηγάγοντο λέξεις της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στην κατάλληλη στήλη, ανάλογα με το τι σημαίνει η καθεμία: ενέργεια ή κατάσταση / πρόσωπο που ενεργεί / αποτέλεσμα ενέργειας.
- Ναυμαχία, φόβος, ἱκέτης, λόγος, ἐπίπλους: Να γράψετε για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου ένα ομόρριζο ρήμα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας.
- Δέος, πολίτης, αταραξία, αφοβία, πιθανότητα: Να συνδέσετε τις παραπάνω λέξεις της νέας ελληνικής γλώσσας με τις λέξεις του κειμένου με τις οποίες έχουν ετυμολογική συγγένεια.
- ἐπιπλέω, παραινῶ, ἰσόψηφος, προσδέχομαι, στρατηγός: Να αναλύσετε τις παραπάνω σύνθετες λέξεις του κειμένου στα συνθετικά τους.
- Να συνδέσετε κάθε λέξη της Α΄ στήλης με τη σημασία της στη Β΄ στήλη (δύο στοιχεία της Β΄ στήλης περισσεύουν):
- Στήλη Α': ἀνάγομαι - ἀποβαίνω - περιδεής - δῃόω-ῶ - πυνθάνομαι
- Στήλη Β': φοβισμένος, τρομοκρατημένος - βγαίνω από το λιμάνι στην ανοιχτή θάλασσα - αποβιβάζομαι - αναιδής - κατάγομαι - λεηλατώ, ερημώνω - πληροφορούμαι
- Να συνδέσετε κάθε λέξη της Α΄ στήλης με την αντώνυμή της στη Β΄ στήλη (δύο λέξεις της Β΄ στήλης περισσεύουν):
- Στήλη Α': ταραχή - φόβος - περιδεής - ὑστεραία - τολμῶ
- Στήλη Β': τολμηρός - δειλιῶ - προτεραία - ἀποτολμῶ - ἀναιδής - θάρρος - ἡρεμία
- Σωτηρία, εκπλήρωση, πιθανότητα, αποδοχή, ναυτικός: Να συνδέσετε τις παραπάνω λέξεις της νέας ελληνικής γλώσσας με τις λέξεις του κειμένου με τις οποίες έχουν ετυμολογική συγγένεια.
- Περιδεής, ἐσβαίνω, ἐπίπλους, ἀποπλέω, στρατηγός: Να αναλύσετε τις παραπάνω σύνθετες λέξεις του κειμένου στα συνθετικά τους.
- Δέος, πολίτης, αταραξία, αφοβία, πιθανότητα: Να συνδέσετε τις παραπάνω λέξεις της νέας ελληνικής γλώσσας με τις λέξεις του κειμένου με τις οποίες έχουν ετυμολογική συγγένεια.
- ἐπιπλέω, ἀναλαμβάνω, διακομίζω, παραινῶ, ἰσόψηφος: Να αναλύσετε τις παραπάνω σύνθετες λέξεις του κειμένου στα συνθετικά τους.