Βιβλίο 3. Κεφάλαιο 71-73.
Ομόρριζα
§ 71
§ 72
§ 73
§ 71
- δράσαντες [< δρῶ] → δράση, επίδραση, διάδραση, δράστης, δράμα, δρώμενα, δραπετεύω, αντίδραση, αδρανής, απόδραση, δραματοποιώ.
- ξυγκαλέσαντες [< σύν + καλῶ] → κλήση, κλητήρας, κάλεσμα, αποκαλώ, επικαλούμαι, παρακαλώ, συγκαλώ, εκκλησία.
- εἶπον [< λέγω] → (προ-, δια-, κατα-, επί-, αντί-, ανά-, παρά-)λογος, συλλογή, κατάλογος, εκλογές, εκλεκτός, νεοσύλλεκτος, υπολογιστής, λογικός, λόγιος, λογογράφος, λογομαχία, λέξη, δυσλεξία, ρήμα, ρήση, ρήτορας, απόρρητος, ρητός, έπος, επικός.
- εἴη [< εἰμί] → (παρ-, περι-, απ-, εξ-, αν-, συν-)ουσία, ουσιαστικό, όντως, οντότητα, ον.
- δουλωθεῖεν [< δουλῶ] → δούλος, υπόδουλος, δουλοπρεπής, ιερόδουλος, δουλειά, αδούλευτος, εκδούλευση.
- δέχεσθαι [< δέχομαι] → (απο-, δια-, προσ-, κατα-, ανα-, εκ-)δοχή, προσδοκία, δεκτός, δοκός, δόκιμος, ανάδοχος, δοχείο, δεξαμενή, διαδοχικός, αποδέκτης, αποδεκτός.
- νηὶ [< ναῦς] → ναυπηγείο, αργοναύτης, νηοπομπή, ναύτης, ναυαγός, ναύαρχος.
- ἡσυχάζοντας [< ἥσυχος] → ησυχία, ανήσυχος, εφησυχάζω, καθησυχάζω, φιλήσυχος.
- ἡγεῖσθαι [< ἡγοῦμαι] → διηγούμαι διήγηση, προηγούμαι, ηγεμόνας, ηγέτης, ηγούμενος, αφηγούμαι, αφήγηση, εξήγηση, καθηγητής, αρχηγός.
- ἐπικυρῶσαι [< ἐπί + κυρῶ < κῦρος] → κύρωση, κυριεύω, άκυρος, έγκυρος, επικύρωση, κυριολεξία, κυριαρχία.
- πέμπουσι [< πέμπω] → πομπή, εκπέμπω, εκπομπή, παραπέμπω, πομπός, διαπόμπευση.
- πεπραγμένων [< πράττω] → πράξη, πράγμα, πράκτορας, πρακτικό, πραγματεία, απραξία, έμπρακτος, είσπραξη, διαπράττω, δυσπραγία.
- ξυνέφερε [< συν + φέρω] → (δια-, ανα-, περι-, προσ-, κατα-, επι-, συμ-, παρα-, εκ-)φορά, εφορία, φορτίο, φορτικός, κερδοφόρος, νικηφόρος, παράφορος, επαναφέρω, υποφέρω, διένεξη, διηνεκής, οισοφάγος.
- καταπεφευγότας [< κατά + φεύγω] → φυγή, φυγάς, φευγαλέος, (δια-, κατα-, προσ-, υπεκ-)φεύγω, φυγόμαχος, φυγόποινος, πρόσφυγας, φοροφυγάς.
- πείσοντας [< πείθω] → πείθω, πείσμα, πειστικός, πειθαρχώ, πίστη, πιστός, απιστία, εμπιστοσύνη, πειστήριο, πιθανός, πεποίθηση.
- ἐπιστροφὴ [< ἐπί + στρέφω] → στροφή, καταστροφή, στρέφω, ανεμοστρόβιλος, σιαστρεβλώνω, διάστρεμμα, διαστροφή.
- γένηται [< γίγνομαι] → γένος, γενιά, γένεση, γεγονός, γόνος, γονιός, γενετική, γενέθλια, γενικεύω, αγενής, οικογένεια, άγονος, οξυγόνο, (εξω-, ιθα-, ενδο-, ετερο-, ομο-)γενής, γενικά.
§ 72
- Ἐλθόντων [< ἔρχομαι] → (αν-, επ-, δι-, κατ-, προσ-, παρ-, συν-, μετ-)έρχομαι, (παρ-, δι-, συν-, προ-, προσ-)έλευση, προσηλυτίζω, παρελθόν.
- νεωτερίζοντας [< νέος] → νερό, ξενερώνω, νερομπογιά, νεροχύτης, νωπός, ανανέωση, νιάτα, νεολαία, νεαρός.
- ξυλλαβόντες [< συν + λαμβάνω] → προσλαμβάνω, πρόσληψη, απολαμβάνω, απολαβή, λαβή, πρόληψη, προληπτικός, δίλημμα, προλαβαίνω.
- ἔπεισαν [< πείθω] → βλ. πείθω.
- κατέθεντο [< κατά + τίθημι] → θέτω, θέση, προτίθεμαι, επίθεση, αντίθεση, παράθεση, μετάθεση, θέμα, θετικός, θεμέλιο, θεσμός, θήκη, υπόθεση, νουθεσία.
- ἔχοντες [< ἔχω] → (εξ-, επ-, κατ-, αν-, μετ-, συν-, περι-, προσ-)οχή, πάροχος, αντέχω, εξέχω, σχέση, σχεδόν, σχήμα, εξάρτηση, εξής, διένεξη, μέθεξη, ευεξία, ενοχή, μετοχή.
- ἐλθούσης [< ἔρχομαι] → βλ. ἔρχομαι
- ἐπιτίθενται [< έπί + τίθημι] → βλ. τίθημι
- δήμῳ [< δῆμος < δαίω] → δήμος, δημότης, δημεύω, απόδημος, επιδημία, δημαγωγία, δήμαρχος, δημοκρατία, δημιουργώ, δημιουργία, δημοσκόπηση.
- μαχόμενοι [< μάχομαι] → μαχητικός, μάχιμος, μαχητής.
- ἐνίκησαν [< νικῶ] → νικητής, ολυμπιονίκης, νικηφόρος, φιλονικία.
- ἀκρόπολιν [< ἄκρος + πόλις] → ακραίος, ακρίτας, ακρωτήρι, ακμή, παρακμή / πολίτης, πολιτικός, πολιτεία, πολίτευμα, πολιτισμός, απολίτιστος, συμπολίτευση, πολεοδομία, πολιούχος.
- μετέωρα [< μετά + ἀείρω, αἴρω] → αέρας, ανταρσία, εξαίρεση, έξαρση, έπαρση, παίρνω, εξάρτημα, παράρτημα, προσάρτηση, μετέωρος.
- πόλεως [< πόλις] → πολίτης, πολιτικός, πολιτεία, πολίτευμα, πολιτισμός, απολίτιστος, συμπολίτευση, πολεοδομία, πολιούχος.
- καταφεύγει [< κατά + φεύγω] → φυγή, φυγάς, φευγαλέος, (δια-, κατα-, προσ-, υπεκ-)φεύγω, φυγόμαχος, φυγόποινος, πρόσφυγας, φοροφυγάς.
- ξυλλεγεὶς [< συν + λέγω] → βλ. λέγω
- εἶχον [< ἔχω] → βλ. ἔχω
- κατέλαβον [< κατά + λαμβάνω] → βλ. λαμβάνω
- ᾤκουν [< οἶκος] → άποικος, ενοίκιο, συνοικία, οικοδομή, οικόπεδο, διοικητής, κατοικώ, νοικοκύρης, οικονομία, οικείος.
- λιμένα [< λιμήν < λείβω] → λιμάνι, λιμενικός, λίμνη, λιμνάζω, λειμών, λιβάδι.
§ 73
- ἠκροβολίσαντο [< ἄκρος + βάλλομαι] → ακραίος, ακρίτας, ακρωτήρι, ακμή, παρακμή / (ανα-, κατα-, δια-, παρα-, περι-, προς-, επι-, μετα-, εκ-, συν-)βάλλω, συμβολή, εμβόλιο, σύμβολο, άβολος, βολίδα, βέλος, βούληση.
- ἀγροὺς [< ἄγω] → (κατα-, περί-, ανα-, απα-, δια-, προσ-, εισ-, παρα-)αγωγή, αγρότης, αγρός, ανάγωγος, αγώγιμος, αγωνιστής, ψυχαγωγία, αγέλη, άξονας.
- περιέπεμπον [< περί + πέμπω] → βλ. πέμπω
- παρακαλοῦντες [< παρά + καλῶ] → βλ. καλῶ
- ὑπισχνούμενοι [< ὑπό + ἴσχω | -ομαι παράλληλος τ. του ἔχω] → βλ. ἔχω
- οἰκετῶν [< οἶκος] → άποικος, ενοίκιο, συνοικία, οικοδομή, οικόπεδο, διοικητής, κατοικώ, νοικοκύρης, οικονομία, οικείος.
- παρεγένετο [< παρά + γίγνομαι] → βλ. γίγνομαι
- ξύμμαχον [< συν + μάχη] → βλ. μάχομαι
Ασκήσεις της τράπεζας θεμάτων
§ 71-73
- Δράσαντες, βέλτιστα, ἡσυχάζοντας, πείσοντας, πέµπουσι : Να γράψετε από µία οµόρριζη λέξη, απλή ή σύνθετη, της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειµένου.
- Να σχηματίσετε από τους παρακάτω ρηματικούς τύπους ένα ομόρριζο ουσιαστικό (απλό ή σύνθετο) της αρχαίας ελληνικής, χρησιμοποιώντας την κατάληξη που σας δίνεται:
- νεωτερίζοντας (-μός) →
- ἐνίκησαν (-ής) →
- κατέθεντο (-ις) →
- ἱδρύθη (-μα) →
- ᾤκουν (-ωρ) →
- ἡγεμών, ἡγήτωρ, ἡγέτης, σχῆμα, σχέσις,: Να κατατάξετε τις παραπάνω ομόρριζες προς τους ρηματικούς τύπους ἡγεῖσθαι και ἔχοντες λέξεις της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στην κατάλληλη στήλη, ανάλογα με το τι σημαίνει η καθεμία: ενέργεια ή κατάσταση / πρόσωπο που ενεργεί / αποτέλεσμα ενέργειας.
- Γνώμη, πρέσβυς, ἐπιστροφή, ἀγορά, πράγματα: Να γράψετε για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου ένα ομόρριζο ρήμα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας.
- Νεώριο, νεωτερισμός, σύλληψη, φυγάδευση, άφιξη: Να συνδέσετε τις παραπάνω λέξεις της νέας ελληνικής γλώσσας με τις λέξεις του κειμένου με τις οποίες έχουν ετυμολογική συγγένεια.
- Συγκαλῶ, μηδέτερος, ξυμφέρω, ἀνεπιτήδειος, ξυλλαμβάνω: Να αναλύσετε τις παραπάνω σύνθετες λέξεις του κειμένου στα συνθετικά τους.
- Να συνδέσετε τις λέξεις-φράσεις της Α΄στήλης με τη σημασία τους στη Β΄ στήλη (δύο στοιχεία της Β΄στήλης περισσεύουν):
- Στήλη Α᾽: ξυγκαλῶ - νεωτερίζω - τὰ μετέωρα τῆς πόλεως - οὗπερ - ἡσυχάζω
- Στήλη Β᾽: μένω ουδέτερος - εκεί ακριβώς όπου - όπως, όπως - υποκινώ σε στάση - είμαι νεότερος - τα ψηλά και οχυρά μέρη της πόλης - καλώ σε συνέλευση
- Να συνδέσετε κάθε λέξη της Α΄ στήλης με την συνώνυμή της στη Β΄ στήλη (δύο λέξεις της Β΄ στήλης περισσεύουν):
- Στήλη Α᾽: δρῶ - ἀφικνοῦμαι - λέγω - πολέμιος - βέλτιστος
- Στήλη Β᾽: φημί - ἐναντίος - ἄριστος - ἀπέρχομαι - ἔρχομαι - πόλεμος - πράττω
- Να σχηματίσετε για καθεμία από τις λέξεις που σας δίνονται ένα παράγωγο επίθετο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας με την κατάληξη που δίνεται.
- ἀγορά (-αῖος) →
- δῆμος (-ιος) →
- γνώμη (-ικός) →
- πρᾶγμα (-ικός) →
- νύξ (-ινός) →
- Κατάληψη, ευπιστία, παράθεση, επινίκια, ίδρυμα: Να συνδέσετε τις παραπάνω λέξεις της νέας ελληνικής γλώσσας με τις λέξεις του κειμένου με τις οποίες έχουν ετυμολογική συγγένεια.
- Κατατίθεμαι, ἀφικνοῦμαι, ἀκρόπολις, ξυλλέγω, καταλαμβάνω: Να αναλύσετε τις παραπάνω σύνθετες λέξεις του κειμένου στα συνθετικά τους.
- Δουλωθεῖεν, γνώμην, νεωτερίζοντας, ἐλθούσης, μαχόμενοι: Να γράψετε για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου από μία ομόρριζη της αρχαίας ή νέας ελληνικής γλώσσας.
- Πεπραγμένα, διαφυγή, σύλληψη, πειστικότητα, μαχητής: Με τις λέξεις που δίδονται (οι οποίες είναι ομόρριζες με λέξεις του κειμένου) να σχηματίσετε από μία πρόταση στη νέα ελληνική γλώσσα.
- ἐπικυρῶσαι, διδάξοντας, ἠνάγκασαν, ἐπιστροφή, γένηται : Να γράψετε από μία ομόρριζη λέξη, απλή ή σύνθετη, της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου.
- Να συνδέσετε κάθε λέξη της Α΄ στήλης με την αντώνυμή της στη Β΄ στήλη (δύο λέξεις της Β΄ στήλης περισσεύουν):
- Στήλη Α᾽: πολέμιος - ἀνεπιτήδειος - πλέον - βέλτιστος - δουλῶ
- Στήλη Β᾽: κάκιστος - μέγιστον - φίλος - ἣδιστος - ἒλαττον - ἐπιτήδειος - ἐλευθερῶ
- Να αντιστοιχίσετε τα ουσιαστικά με την κατηγορία στην οποία ανήκουν (μία κατηγορία περισσεύει).
- Στήλη Α᾽: δρᾶμα - δρᾶσις - δίδαγμα - διδακτήριον - νικητής
- Στήλη Β᾽: ενέργεια ή κατάσταση - όργανο ή μέσο ενέργειας - τόπος - αποτέλεσμα ενέργειας - πρόσωπο που ενεργεί
- Να γράψετε από ένα ομόρριζο ουσιαστικό και επίθετο (απλό ή σύνθετο) της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας για καθεμιά από τις λέξεις της Α΄ στήλης.
- ἐνίκησαν →
- ἐπιτίθενται →
- εἶχον →
- κατέλαβον →
- ἔπεισαν →
- Πράγματα, ἔχοντες, κατέλαβον, δῆμος, ἀγοράν: Να γράψετε από µία ομόρριζη λέξη, απλή ή σύνθετη, της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου.
- ἳδρυμα, ἳδρυσις, οἰκήτωρ, οἴκηµα, οἴκησις: Να κατατάξετε τις παραπάνω οµόρριζες προς τους ρηματικούς τύπους ἱδρύθη και ᾢκουν λέξεις της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στην κατάλληλη στήλη, ανάλογα με το τι σημαίνει η καθεμία: ενέργεια ή κατάσταση / πρόσωπο που ενεργεί / αποτέλεσμα ενέργειας.
- Κατατίθεμαι, ἀφικνοῦμαι, ἀκρόπολις, ξυλλέγω, καταλαμβάνω: Να αναλύσετε τις παραπάνω σύνθετες λέξεις του κειμένου στα συνθετικά τους.
- Να συνδέσετε κάθε λέξη της Α΄ στήλης με την συνώνυμή της στη Β΄ στήλη (δύο λέξεις της Β΄ στήλης περισσεύουν):
- Στήλη Α᾽: δρῶ - ἀφικνοῦμαι - λέγω - πολέμιος - βέλτιστος
- Στήλη Β᾽: φημί - ἐναντίος - ἄριστος - ἀπέρχομαι - ἔρχομαι - πόλεμος - πράττω
- ἔχοντες, πράγματα, δῆμος, ἀγοράν, κατέλαβον: Να γράψετε από μία ομόρριζη λέξη, απλή ή σύνθετη, της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου.
- ἵδρυμα, ἵδρυσις, οἴκημα, οἰκήτωρ, οἴκησις: Να κατατάξετε τις παραπάνω ομόρριζες προς τους ρηματικούς τύπους ἱδρύθη και ᾤκουν λέξεις της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στην κατάλληλη στήλη, ανάλογα με το τι σημαίνει η καθεμία: ενέργεια ή κατάσταση / πρόσωπο που ενεργεί / αποτέλεσμα ενέργειας.
- Μαχόμενοι, πόλεως, περιέπεμπον, ἐλευθερίαν, πλῆθος: Να γράψετε από µία οµόρριζη λέξη, απλή ή σύνθετη, της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου.
- Να σχηματίσετε από τους παρακάτω ρηµατικούς τύπους ένα οµόρριζο ουσιαστικό (απλό ή σύνθετο) της αρχαίας ελληνικής, χρησιμοποιώντας την κατάληξη που σας δίνεται:
- νεωτερίζουσιν (-μός) →
- ἐνίκησαν (-ής) →
- κατέθεντο (-ις) →
- ἱδρύθη (-μα) →
- ᾤκουν (-ωρ) →
- Λῆψις, λήπτης, κάτοχος, σχῆμα, σχέσις,: Να κατατάξετε τις παραπάνω ομόρριζες προς τους ρηματικούς τύπους κατέλαβον και ἔχοντες λέξεις της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στην κατάλληλη στήλη, ανάλογα με το τι σημαίνει η καθεμία: ενέργεια ή κατάσταση / πρόσωπο που ενεργεί / αποτέλεσμα ενέργειας.
- Πόλεως, λιμένα, παρακαλοῦντες, ὑπισχνούμενοι, ἤπειρον: Να γράψετε από μία ομόρριζη λέξη, απλή ή σύνθετη, της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου.
- Σύλληψη, φυγάς, υπόσχεση, αγροίκος, παράκληση: Να συνδέσετε τις παραπάνω λέξεις της νέας ελληνικής γλώσσας με τις λέξεις του κειμένου με τις οποίες έχουν ετυμολογική συγγένεια.
- Κατατίθεμαι, ξυλλαμβάνω, ἀκρόπολις, ξυλλέγω, ξύμμαχος: Να αναλύσετε τις παραπάνω σύνθετες λέξεις του κειμένου στα συνθετικά τους.
- Να συνδέσετε κάθε λέξη-φράση της στήλης Α΄ με τη σημασία της στη στήλη Β΄ (δύο στοιχεία της Β΄ στήλης περισσεύουν):
- Στήλη Α᾽: ἀκροβολίζομαι - νεωτερίζω - τὰ μετέωρα τῆς πόλεως - οὗπερ - ὑπισχνοῦμαι
- Στήλη Β᾽: υπόσχομαι - εκεί ακριβώς όπου - όπως, όπως - αψιμαχώ - είμαι νεότερος - τα ψηλά και οχυρά μέρη της πόλης - υποκινώ σε στάση
- Να συνδέσετε κάθε λέξη της Α΄ στήλης με την συνώνυμή της στη Β΄ στήλη (δύο λέξεις της Β΄ στήλης περισσεύουν):
- Στήλη Α᾽: αὐτοῦ - ἀφικνοῦμαι - ὑστεραία - νικῶ - δοῦλος
- Στήλη Β᾽: οἰκέτης - κρατῶ - ἂπειμι - προτεραία - ἔρχομαι - ἐπιοῦσα - ἒνθα
- Πρέσβυς, πράγματα, μετέωρα, ἀγορά, ξύμμαχος: Να γράψετε για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου ένα ομόρριζο ρήμα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας.
- Να συνδέσετε κάθε λέξη της Α΄ στήλης µε την αντώνυµή της στη Β΄ στήλη (δύο λέξεις της Β΄ στήλης περισσεύουν):
- Στήλη Α᾽: νικῶ - ξύμμαχος - δοῦλος - ὀλίγα - ὑστεραία
- Στήλη Β᾽: πολλά - σήμερον - ἐλάττονα - ἡττῶμαι - ἀντίμαχος - ἐλεύθερος - προτεραία
- Δημόσιος, θετικός, τριηραρχία, σχεδόν, σύλλογος: Να συνδέσετε τις παραπάνω λέξεις της νέας ελληνικής γλώσσας µε τις λέξεις του κειμένου με τις οποίες έχουν ετυμολογική συγγένεια.